Αρθρο του Γιώργου Ι. Κωστούλα.στήν εφημερίδα Καθημερινή
Κύριε διευθυντά
Παρακαλώ δεχθείτε και τη δική μου εισφορά στην πρόσφατη συζήτηση – επιστολογραφία, αναφορικά με την αναδιανομή τών υπό τουρκική ή κοτζαμπασίδικη κατοχή γαιών στους απελεύθερους προγόνους μας.
Από επιστολή, της 20ής Ιουνίου 1833, της Δημογεροντίας Φτέρης υπό τον Νίκο Φτέρη προς τον Επαρχον Φθιώτιδος, προκύπτει ότι διεκδικητές της αναδιανομής δεν ήταν μόνο οι διάφοροι επιτήδειοι τεμπελχανάδες, που απέβλεπαν να γίνουν αυτοί αγάδες στη θέση των αγάδων, αλλά και καλλιεργητές που πονούσαν τη γη και που ήταν διατεθειμένοι, εν ανάγκη, να την αγοράσουν, ακόμα και «πουλώντας τα παιδιά τους!».
Μια επιστολή-μνημείο ακατάβλητης θέλησης και αναμέτρησης του αδικημένου που διεκδικεί τα δικαιούμενά του.
Την παραθέτω:
«[…] Με άκραν μας απορροίαν και λύπην εν’ ταυτώ μανθάνομεν ότι τα ευρισκόμενα χωρία πέραν […] πωλούνται ως ιδιόκτητα ενώ ημείς κατά το πρωτόκολον των Υψ. συμμάχων δυνάμεων γνωρίζομεν ως εθνικά. Και δια τα οποία εχύσαμεν ποταμιδών αίματα, εκτός του απ’ αρχής του ιερού αγώνος μας θυσιών και δεινών τα οποία υποφέραμεν. Εις τα 1828 δια ν’ αποσπάσωμεν τα ειρημένα χωρία από τας χείρας των Οθωμανών εμβήκαμεν εις νέον αγώνα, επήραμεν τα όπλα, εσηκώσαμε τας φαμελίας μας, εκάψαμεν τας εστίας μας και ερημώσαμεν τα χωρία μας. Αφήσαμεν τα γεννήματά μας όλα εσπαρμένα, επομένως κατά το θέρος του 1829 εκατέβημεν με τα όπλα εις τας χείρας. […]
[…] και όπου ήδη απελπιζόμεθα να βλέπωμεν ότι ματαιώνονται όλαι αι θυσίαι μας και τα αίματά μας, δια την ιδιοτέλειαν μερικών είναι άδικον και ανυπόφορον. Οθεν προστρέχομεν και παρακαλούμεν πρώτον να πληροφορήση την σεβαστήν ημών Κυβέρνησιν δια να μην ήθελεν συγχωρήσει (επιτρέψει) την εκποίησιν των ειρημένων χωρίων εις τους Οθωμανούς και να παραβλέψη τας θυσίας και τα αίματα τα οποία εχύσαμεν μόνον και μόνον δια να βαστάσωμεν το μέρος αυτό ανεξάρτητον από την Οθωμανικήν δυναστείαν […]
[…] Δια να μην ήθελεν εστερηθώμεν όλως διόλου την γην των προπατόρων μας και μείνομεν είλωτες εις ανθρώπους οίτινες δεν έλαβον μετοχήν (δεν πήραν μέρος) εις τους αγώνας μας και εις τας θυσίας μας. Εάν και τούτο δεν εγκριθεί, ας δώσει το δικαίωμα εις ημάς τους κατοίκους δια να τα αγοράσωμεν και προτιμούμεν να πωλήσωμεν τα παιδιά μας να τα πάρωμεν, παρά να μείνωμεν είλωτες δια παντώς. Και μένωμεν με βαθύτατον σέβας».
Την επιστολή έφερε στο φως ο συντοπίτης μου ιστορικός ερευνητής κ. Περικλής Φύκας.