Αφήγηση Κων/νος Βασ.Τσίφτης
Ήρθε στο χωριό ο αρκουδιάρης
Ένας μαύρος γύφτος ξεδοντιάρης…….
Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε, που δε θυμάμαι πλέον, αν ήταν πράγματι ξεδοντιάρης!!
Σίγουρα πάντως, ήταν γύφτος!! Μαυριδερός, με τραγιάσκα, άσπρο μουστάκι στριφτό, πουκάμισο από αλατζά, γιλέκο καφέ (δεν ξέρω αν ήταν από τη βρώμα ή αν ήταν το χρώμα του) και παντελόνι στενό με κοφτές τσέπες (χασάπικες).
Ηταν αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά και πρίν αρχίσουν τα σχολεία. Ετος?? Περίπου στο 1967-1970!!!
Μπήκε στο καφενείο του Καραγιάννη Ηλία, κρατώντας στο ένα χέρι την άκρη της αλυσίδας που ήταν τυλιγμένη γύρω από ένα ματσούκι (για να κρατάει σε απόσταση την αρκούδα). Η άλλη άκρη της αλυσίδας ήταν σ΄ένα χαλκά, στη μύτη της αρκούδας!! Στο άλλο χέρι κρατούσε ένα ντέφι και στον ώμο είχε ένα ταγάρι για τις τσιγαρήθρες.
Ο γύφτος έπαιζε το ντέφι και η αρκούδα σηκωνόταν στα πίσω πόδια και κουνιόταν σαν να χόρευε.
Γύρω από τη σόμπα του καφενείου, ήταν 5-6 άτομα και μεταξύ αυτών και ο Κωστούλας Ιωάννης. Δεν θυμάμαι πώς ήταν εκεί, αφού είχε δικό του μαγαζί αλλά φαινόταν από το περπάτημά του, ότι είχε πρόβλημα με τη μέση του!!.
Τον είδε ο αρκουδιάρης και του λέει:
- «Άμα ανέβει πάνω σου η αρκούδα, θα σου περάσει».
Τελικά μετά από παζάρια, συμφώνησαν με 5 δραχμές να τον πατήσει η αρκούδα.
Βγάζει το πουκάμισο ο Κωστούλας, μένει με τη μάλλινη φανέλα και ξαπλώνει στο ξύλινο πάτωμα του καφενείου.
Ανεβαίνει πάνω του μουγκρίζοντας η αρκούδα, και άρχισε να τον πατάει. Τριτσοβόλησε η πλάτη του σαν ψαροκασέλα!!!
Πέρασαν 2, πέρασαν 3 λεπτά και λέει ο Κωστούλας στον αρκουδιάρη να κατεβάσει την αρκούδα.
Και η απάντηση του αρκουδιάρη:
-«Είπαμε 5 δραχμές για να ανέβει η αρκούδα!!! Θέλει …. άλλες 5 για να κατέβει!!!!»
Τελικά τις πήρε και τις άλλες 5 δραχμές!!!!!
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ποτέ μη δείξεις εμπιστοσύνη σε γύφτο !!!!!!! Θα στη φέρει!!!!!