pigadi

                                                                                                         Αφήγηση Ευάγγελος Κων/νου Τσίφτης

 

Προπολεμικά, περίπου το 1938-1939, το καφενείο του Ηλία Καραγιάννη στη Φτέρη ήταν γεμάτο κόσμο.

Εγώ τότε ήμουνα περίπου 10-12 χρονών και έκανα το γκαρσόνι στο καφενείο, αφού τη μεγαλύτερη αδερφή μου την Ελένη την είχε παντρευτεί ο Ηλίας Καραγιάννης.
Σ΄ένα τραπέζι κάθονται ο Βάγιας Καραγιάννης και ο Βαγγέλης Παταργιάς (ο επονομαζόμενος και «Μαύρος») και πίνουν τσίπουρα. Είχαν πιεί αρκετά, και κάποια στιγμή άρχισαν να λογομαχούν!!! Ο Βάγιας κάποια στιγμη του είπε «δεν είσαι άντρας ρε» και ο Βαγγέλης θίχτηκε και απάντησε: «ποιος εγώ?? Εγώ ρε μπορώ να πάω τώρα και να πηδήξω μέσα στο πηγάδι».
[τότε δεν υπήρχε νερό στα σπίτια και ο κόσμος έπινε νερό από πηγάδια και πηγές. Ένα πηγάδι ήταν στην κατηφόρα λίγο πιο κάτω από το σπίτι του Γρηγόρη Καραγιάννη και πάνω από το σπίτι του Θανάση Κύρκου. Σήμερα είναι σκεπασμένο με τσιμέντο κάτω από το δρόμο].
Τον άκουσαν και άλλοι στο καφενείο και έβαλαν τα γέλια. Ο Βαγγέλης προσβλήθηκε και παρατώντας στην καρέκλα του καφενείου τη βραχεία που φορούσε, έφυγε τρέχοντας. Πετάχτηκαν και άλλοι έξω από το καφενείο και τον ακολούθησαν.
Πήγε τρέχοντας στο πηγάδι, πιάστηκε με τα χέρια από την αλυσίδα και πήδηξε μέσα στο πηγάδι που είχε βάθος 15-20 μέτρα!!!!!
Οι άλλοι που ήταν από πάνω φώτιζαν με το φανάρι (όσο μπορούσε να φωτίζει ένα φαναράκι) και κάποιος κατέβηκε μέσα στο πηγάδι. Επιασε το Βαγγέλη τον έδεσε σε μια τριχιά και οι άλλοι απ έξω τους τράβηξαν και τους ανέβασαν!!!
Ο Βαγγέλης ήταν σε κακά χάλια με ματωμένα τα χέρια του από την αλυσίδα αλλά ….. ξεμέθυστος!!!!
Όταν τον έβγαλαν έξω το μόνο που είπε ήταν:
«Σφαιρηδόν κατεβαίνω,
Σωρηδόν ανεβαίνω!!!!!»